Η ραγδαία πρόοδος της τεχνολογίας του Ηλεκτρικού και Ηλεκτρονικού Εξοπλισμού (ΗΗΕ) έχει οδηγήσει στην ταχύτατη εναλλαγή βελτιωμένων μοντέλων σε σύγκριση με το παρελθόν. Ως εκ τούτου, η απαξίωση των υφισταμένων συσκευών και η αντικατάστασή τους από αντίστοιχες εκσυγχρονισμένες συνεπάγεται αναλογικά μεγάλη παραγωγή Αποβλήτων Ηλεκτρικού και Ηλεκτρονικού Εξοπλισμού (ΑΗΗΕ). Το φαινόμενο της συνεχούς αύξησης των ΑΗΗΕ, που αναμένεται να ενταθεί τα προσεχή χρόνια, έχει προκαλέσει ιδιαίτερο ενδιαφέρον στην επιστημονική κοινότητα προκειμένου να απαντήσει σε καίρια ερωτήματα που αφορούν κυρίως την ορθή διαχείριση και την ασφαλή εναπόθεσή τους στο περιβάλλον. Ωστόσο, πρώτα από όλα κύριος στόχος των ερευνητών είναι ο προσδιορισμός και η ανίχνευση τοξικών και επικίνδυνων ουσιών που συναντώνται στις διάφορες κατηγορίες ΑΗΗΕ. Από τη μέχρι σήμερα έρευνα προκύπτει ότι η πιο μεγάλη πρόκληση σε αυτό το ρεύμα αποβλήτων είναι η πολύπλοκη σύνθεσή τους και η παρουσία πολλών διαφορετικών επικίνδυνων ουσιών, η ταυτοποίηση των οποίων κρίνεται επιτακτική για την αντιμετώπιση σημαντικών επιπτώσεων στο περιβάλλον κατά την απόρριψή τους και κυρίως κατά τις διεργασίες ανακύκλωσής τους. Ο κύριος άξονας της εργασίας αφορά τον προσδιορισμό συγκεκριμένης κατηγορίας τοξικών και επικινδύνων ουσιών σε ΑΗΗΕ, οι οποίες είναι γνωστές με την ονομασία επιβραδυντές φλόγας και εντοπίζονται στα πλαστικά περιβλήματα των ηλεκτρικών αποβλήτων. Στα πλαίσια της διπλωματικής εργασίας αναπτύχθηκε κατάλληλη μεθοδολογία για τον ποιοτικό και ποσοτικό προσδιορισμό βρωμιούχων επιβραδυντών φλόγας (Brominated Flame Retardants – BFRs) σε πλαστικά μέρη των ΑΗΗΕ. Πιο συγκεκριμένα στο θεωρητικό μέρος της εργασίας εξετάζονται οι επιβραδυντές φλόγας, οι επιπτώσεις τους στην ανθρώπινη υγεία και το περιβάλλον, καθώς και η σχετική νομοθεσία για τη χρήση τους σε προϊόντα. Στη συνέχεια, αναπτύσσεται πειραματική μεθοδολογία για τον προσδιορισμό της τετραβρωμοδισφαινόλης Α (TBBPA) και του εξαβρωμοκυκλοδωδεκανίου (HBCD) σε στερεά δείγματα πλαστικών που προήλθαν από ηλεκτρονικούς υπολογιστές και εκτυπωτές μέσω εκχύλισης σε υγρό. Συνεπώς, κατά την πειραματική διαδικασία διερευνάται τόσο η δυνατότητα εκχύλισης, εξετάζοντας τη θερμοκρασία, το χρόνο εκχύλισης, το διαλυτικό μέσο /συνδυασμό διαλυτών, την κοκκομετρία του υλικού, όσο και παραμέτρους που επηρεάζουν τον προσδιορισμό της ουσίας με χρήση υγρής χρωματογραφίας υψηλής απόδοσης – HPLC (High-Performance Liquid Chromatography). Τα αποτελέσματα επιβεβαιώνουν την παρουσία της TBBPA και του HBCD στα πλαστικά δείγματα από ΑΗΗΕ. Μεγαλύτερη έμφαση δίνεται στην παρουσία της TBBPA η οποία εκτιμάται ως ο πιο κοινός επιβραδυντής φλόγας που απαντάται σε Ηλεκτρικό και Ηλεκτρονικό Εξοπλισμό επαληθεύοντας τα στοιχεία που παρέχει η διεθνής βιβλιογραφία. Αναφορικά με τα χαρακτηριστικά που εμφανίζει η ΤΒΒPA διαπιστώθηκε ότι πρόκειται για μία ουσία που δεν ιονίζεται εύκολα και είναι ασταθής με αποτέλεσμα να δημιουργεί περιορισμούς στην ανάπτυξη της μεθόδου προσδιορισμού της στην HPLC, αλλά και στην ανίχνευσή της σε πραγματικά πλαστικά δείγματα από ΑΗΗΕ.