Σήμερα, στην εποχή της ευζωίας και της προβαλλόμενης ευτυχίας, ο θάνατος και ο χώρος των νεκρών αντιμετωπίζονται με φόβο, αποστροφή, και αποφυγή οποιασδήποτε επαφής, φυσικής ή ψυχικής. Στο πλαίσιο αυτό, τα νέα κέντρα αποτέφρωσης νεκρών, που πρόσφατα επιτράπηκαν στην Ελλάδα, ιδρύονται ή έχει αποφασισθεί να ιδρυθούν σε απομονωμένες περιοχές, εκτός πόλεων, μακριά από τη ζωή και το «βλέμμα» των ανθρώπων. Η συγκεκριμένη εργασία προτείνει την ίδρυση και λειτουργία ενός αποτεφρωτηρίου στις νότιες παρυφές της παλιάς πόλης του Ηρακλείου, ενταγμένο στον αστικό ιστό και στην καθημερινή ζωή των κατοίκων. Πιο συγκεκριμένα, οι κύριες λειτουργίες του αποτεφρωτηρίου, συμπεριλαμβανομένης της καύσης αλλά και της αίθουσας τελετών, σχεδιάζονται στο οικείο και γνώριμο για τους κατοίκους, πρώην Πανάνειο Νοσοκομείο ενώ η διαχείριση της τέφρας (διασπορά, φύλαξη) σε νέο κτίριο στο πρανές του προμαχώνα Βηθλεέμ. Τέλος, επί του ιδίου προμαχώνα προτείνεται και η ταφή της τέφρας σ’έναν τοπιακό χώρο μνήμης, που θα μετέχει στη συλλογική ζωή της πόλης. Επιχειρούμε να δημιουργήσουμε τόπους που θα επιτρέπουν και θα προτρέπουν την καθημερινή επαφή και τριβή των ατόμων με τη νέα λειτουργία της καύσης και της ταφής, αποβάλλοντας την μακάβρια εικόνα που τις περιβάλλει, στοχεύοντας έτσι στην σταδιακή αποδοχή αυτών.